Είναι απαραίτητη για τη διάγνωση των παθήσεων του παχέος εντέρου. Πολύ χρήσιμο είναι να γίνεται και προληπτικά αφού μπορεί να ανιχνεύσει πολύποδες σε πρώιμο στάδιο (πριν εξελιχθούν σε καρκίνο). Αν και οι περισσότεροι ασθενείς πιστεύουν ότι η εξέταση αυτή προκαλεί πόνο, στην πράξη θα διαπιστώσουν ότι αυτό δεν ισχύει εφ` όσον τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, πέρα από την απαραίτητη τεχνική επάρκεια του ενδοσκόπου. Πιο συγκεκριμένα:
. Γίνεται με τη χορήγηση καταστολής (μέθης) και αναλγησίας.
. Γίνεται με εμφύσηση διοξειδίου του άνθρακα -και όχι αέρα- στο έντερο. Το διοξείδιο του άνθρακα απομακρύνεται από το έντερο 100 φορές γρηγορότερα συγκριτικά με τον αέρα. Το αποτέλεσμα είναι ο ασθενής να μην αισθάνεται «φούσκωμα» κατά τη διάρκεια της εξέτασης, αλλά ούτε και μετά από αυτήν.
. Στο ιατρείο διατίθεται, επιπλέον, και κολονοσκόπιο λεπτής διαμέτρου (παιδιατρικού τύπου), ιδιαίτερα κατάλληλο για λεπτόσωμα άτομα και ασθενείς με προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις και συμφύσεις στην κοιλιά (π.χ. γυναίκες με υστερεκτομή).
. Τέλος, υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής, εφ`όσον κριθεί απαραίτητο, της νέας μεθόδου κολονοσκόπησης με έγχυση νερού στο έντερο («υδροκολονοσκόπηση»). Πρόκειται για ανώδυνη μέθοδο που διευκολύνει σημαντικά τον έλεγχο του εντέρου σε ασθενείς με ανατομικές ιδιαιτερότητες που καθιστούν δυσχερή τη συμβατική κολονοσκόπηση. Όλες οι παραπάνω μέθοδοι έχουν ως σκοπό να γίνεται έλεγχος σε όλο το μήκος του παχέος εντέρου ακόμη και υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες. Με τα μέσα αυτά επιτυγχάνεται ολική κολονοσκόπηση σε σχεδόν 100% των ασθενών, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη ταλαιπωρία των ασθενών και οι επαναλαμβανόμενες εξετάσεις, κυρίως δε οι παραπομπές σε χαμηλότερης διαγνωστικής ακρίβειας ακτινολογικές εξετάσεις (βαριούχος υποκλυσμός).